Friday, October 30, 2009

Devendra Banhart - What will we be



Devendra Banhart

What will we be

(Warner/Reprise,2009)



Ο καλός μας Devendra λοιπόν επέστρεψε! Τι καλά! Και τι ωραίο, επτά χρόνια και επτά άλμπουμ μετά, λες απλά Devendra και ο άλλος καταλαβαίνει αμέσως για ποιον μιλάς. Μπορεί στο Αμέρικα να τον γνωρίζουν σαν τον μουσάτο χίπι που κουτούπωνε κάποτε τη Natalie Portman αλλά εμείς μπορούμε να καυχιόμαστε ότι τον γνωρίζουμε απο τότε που έκανε πρωτοσέλιδο ένα παραμερισμένο μουσικό στυλ, αυτό του freak folk (η avant-folk η psych folk, διαλέχτε). Με τα χρόνια είπε να τιμήσει και τις λατίνο-αμερικάνικες ρίζες του (μεγάλωσε στη Βενεζουέλα) γράφοντας αρκετά τραγούδια του στη μητρική του γλώσσα, μας παρέδωσε και κάποιες αποκαλούμενες el canario συνθέσεις (προς τιμήν του Δομινικανού Jose Alberto "El Canario"), ενω παράλληλα πρόδιδε χωρίς ενοχή την αγάπη του για τον ήχο των 70's, τον Nick Drake και τους Everly Brothers. Πολυτάλαντος αναμφισβήτητα, έκανε οικείους κάποιους ήχους που ένα ευρύ κοινό σαν αυτό της "ροκ" δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα και κατάφερε να αποτελέσει απο μόνος του μια ξεχωριστή κατηγορία μιας και είναι αδύνατο να τον κατατάξεις (πια) σε ένα συγκεκριμένο μουσικό ύφος.
Στα του What will we be τώρα. Κάποιοι στάθηκαν στο γεγονός ότι υπέγραψε σε πολυεθνική, όπου πολυεθνική ο Σατανάς για τους ορκισμένους indie και πάρε θάψιμο πρίν ακουσουν καν το δίσκο. Η σχέση του Devendra με τις δισκογραφικές έχει αρκετό ενδιαφέρον και μια ανοδική, κατα κάποιο τρόπο πορεία. Από την καρα-indie Young God του Oh me oh my και του Rejoicing μεταπήδησε στην XL recordings και φέτος στην too much Warner/Reprise. Δηλαδή είναι τόσο κακό που δεν θέλει να τον φάει η μαρμάγκα? Η αλήθεια βέβαια είναι ότι πολλές φορές αυτές οι μεγάλες εταιρίες περιορίζουν δημιουργικά τους καλλιτέχνες αλλά ο Banhart δεν ανήκει σε αυτή τη κατηγορία. Ναι μεν ο ήχος του W.W.W.B είναι ο πιο radio friendly ήχος του μέχρι σήμερα και οι συνθέσεις του πιο προσιτές αλλά έτσι κι αλλιώς, αυτό θα ήταν το επόμενο βήμα του. Στη τελική μακάρι να ήταν όλα τα radio friendly δισκάκια σαν αυτό.
Έχοντας διατηρήσει μέρος της εκκεντρικότητάς του μας παραδίδει 14 συνθέσεις που εναλλάσσονται σε μουσικό στυλ. Απο τη lounge διάθεση του εναρκτήριου "Cant help but smiling" στη γλυκόπικρη φολκ του 'Angelika (το οποίο μεταμορφώνεται μαγευτικά σε latino singalong), στο pseudo-funky του "Baby", στην alt country του "Goin back", στο αργόσυρτο πιανιστικό "First song for B" ("Now i take everything as a good sign coz i'm in love/I take everything as a sign from God"), στη MilesΝτεϊβικη τζαζ του "Chin chin & Muck muck" (με αποχρώσεις απο "My funny valentine" στη Chet Baker εκδοχή), στη glam rock του "16th and valencia.." (έχει και συνέχεια), στο ζεπελινικό "Rats" με το α-λα Ian Gillan (απο Purple) ουρλιαχτό στο φινάλε, στη reaggae του "Foolin" και πάει λέγοντας. Το point σε όλη αυτή την ηχητική εναλλαγή είναι οτι ακούγεται όχι απλά ανεκτή αλλά διασκεδαστική και ευχάριστη γιατί το αποτέλεσμα ακούγεται δικό του. Το αποτέλεσμα είναι Ντεβέντρα.
Κάπου διάβασα ένα ωραίο οτι η μουσική του Banhart έχει έναν τρόπο να σε κάνει να αισθάνεσαι καλά, δίχως να έχεις την ανάγκη να το αναφέρεις. Στο What will we be το συναίσθημα αυτό εξακολουθεί να ισχύει.

8.0

Those will burn: Cant help but smiling, Angelika, First song for B, Chin chin & muck muck, Maria Lionza


Δράσε Ραδιοφωνικά...


BE THERE....Το ραδιόφωνο κάνει πάρτυ...

Wednesday, October 28, 2009

Mixtapes #4: No Ceilings

Ο Lil Wayne χρωστάει ένα μεγάλο μέρος της δημοτικότητάς του στα mixtapes του. Και απ' ό,τι φαίνεται δεν το ξεχνάει αυτό. Το No Ceilings μόλις ανέβηκε στο internet και δεν είναι και άσκημο! Μπορείτε να το κατεβάσετε από το Nah Right.

update: και το tracklist:

01. Swag Surfin’
02. Ice Cream Paint Job
03. D.O.A.
04. Interlude
05. Wasted
06. Watch My Shoes
07. Break Up (feat. Short Dawg & Gudda Gudda)
08. Banned From TV
09. Throw It In The Bag (Remix)
10. I Think I Love Her (feat. Tyga & Shanell)
11. Interlude #2 (feat. Shanell)
12. Wetter
13. I’m Good (feat. T-Streets)
14. Poke Her Face (feat. Jae Millz)
15. Run This Town
16. I Gotta Feeling
17. Outro

Dead Man's Bones - Dead Man's Bones

Dead man's bones

Dead man's bones

(Anti Records/Werewolf Heart Records, 2009)


"Πως μπορείς να κατανοήσεις την σημασία του concept;" με είχε ρωτήσει κάποτε ένας καθηγητής. Αν μπορούσα να του δώσω τώρα (μετά από 6-7 χρόνια δλδ) αυτόν τον δίσκο θα είχα απαντήσει στην ερώτηση του με τόση δύναμη όσο μια καλή μπουνιά στη μούρη. Γιατί μια καλή χορωδία, ένας ηθοποιός και ο κολλητός του όταν κατευθύνονται από τις αρχες που έχουν θέσει οι ίδιοι μέσα από το concepτ ακόμα και να τραγουδούσαν για σκατά πάλι θα είχαν πετύχει το σκοπό τους. Πόσο μάλλον τώρα που μιλάνε για το "υπερφυσικό". Και οκ θα πει κάποιος έχει πολύ πράγμα να πεις και να γραψεις...αλλά μιλάμε για ένα δίσκο που τραβάει από τα μαλλιά τους arcade fire και τους σέρνει στην ποπ και τον Bryan Ferry.
Κι όμως ότι κάνουν το κάνουν πολύ καλά. Κι ας έχουν παιδικές χορωδίες, κι ας μην ελέγχουν 100% τα όργανα που παίζουν. Τι σημασία έχουν όλα αυτά όταν φτιάχνεις κομματάρες όπως το In the room where you sleep, η το Bryan Ferriko ή καλύτερα το vampire weekend like Pa Pa Power. Σου κολλάει στο κεφάλι το μείγμα arcade fire και frank sinatra στο My Body's a Zombie for You...
Επαναλαμβανόμενες μελωδίες, μουντές κιθάρες, φωνές, στίχοι, ΝΑΙ μοιάζουν σε όλα με όλους αυτούς που σκέφτομαι, ναι είναι ΥΠΕΡΟΧΟΙ...υπόκλιση.
Είναι το απόλυτο soundtrack για την απόλυτη ταινία...έχει υπέροχες λιακάδες με φαντάσματα και βροχερά κάστρα βουτηγμένα στο τρόμο. Αν το χαλογουιν ήταν χριστούγεννα το άλμουμ αυτό θα ήταν κάτι σαν την άγια νύχτα...
Μια lo-fi αισθητική διαπερνά όλα τα τραγούδια και η φωνή του Gosling στέκεται παραπάνω από καλά τόσο που μετατρέπει τα τραγούδια σε μικρους "spooky" ύμνους.
Φτάνοντας και στην υπερτραγουδάρα Lose Your Soul έχεις ήδη αγαπήσει τα πάντα από το δίσκο αυτό. το Lose Your Soul είναι...δεν νομίζω ότι μπορώ να πω κάτι...θα το χαλάσω...νομίζω ότι το funeral βρήκε το χαμένο αδερφάκι του...

9.2

Those will burn: In The Room Where You Sleep, My Body's a Zombie for You, Pa Pa Power, Lose Your Soul






Τα δύο δεν υπάρχουν στο cd:


Monday, October 26, 2009

Sunday, October 25, 2009

The Very Best - Warm Heart of Africa

The Very Best

Warm Heart Of Africa

(Green Owl, 2009)


Μετά το κορυφαίο mixtape που κυκλοφόρησαν πριν ένα χρόνο οι Very Best επιστρέφουν με τον πρώτο κανονικό τους δίσκο και με τον προφανή τίτλο Warm Heart of Africa. Το πάρτι λοιπόν που ξεκίνησε συνεχίζεται: afro-pop στην καλύτερη εκδοχή της! Μάλιστα, δεδομένης της εμπορικής επιτυχίας των Vampire Weekend οι Very Best έχουν και αρκετές ελπίδες εμπορικά. Παρεμπιπτόντως η ηχητική συγγένεια των δύο groups βρίσκει μία ακόμα έκφρασή της εδώ: μετά από το Cape Cod Kwassa Kwassa από το mixtape, ο Ezra Koenig συμμετέχει στα φωνητικά του ομώνυμου κομματιού. Επίσης, η M.I.A. συμμετέχει στο Rain Dance (την οποία σάμπλαραν εκτεταμένα στο mixtape). Όμορφες και η δύο συμμετοχές, αλλά πραγματικά νομίζω ότι ένα από τα ατού των Very Best είναι ότι δεν καταλαβαίνεις γρι από τους στίχους (εκτός και αν ξέρετε Chichewa, γιατί σε αυτή τη γλώσσα τραγουδάει ο κύριος Esau Mwamwaya) οπότε τα αγγλικά του Ezra και της M.I.A. θα μπορούσαν να λείπουν! Από εκεί και πέρα ο δίσκος είναι απολαυστικός από τη αρχή μέχρι το τέλος: Από το εισαγωγικό Yalira, το σχεδόν υπνωτικό Nsokoto, το Julia που το βλέπω να γίνεται χιτάκι, το τρομερό Kamphopo (σε μία εκδοχή λίγο διαφορετική από αυτή του mixtape) με το sample από το Heart it Races των Architecture in Helsinki να το απογειώνει μέχρι το a cappella Zam'dziko που κλείνει τον δίσκο! Επίσης, το Warm Heart of Africa είναι ότι καλύτερο για αυτή την περίοδο: είναι ικανό να σου δημιουργήσει παραισθήσεις ότι το καλοκαίρι δεν έχει τελειώσει ακόμα! Και φανταστείτε, μπαίνουμε στον Νοέμβριο σε λίγο!

8.0

Those will burn: Nsokoto, Julia, Kamphopo with intro, Kada Manja





και το Kamphopo στην εκτέλεση του mixtape:

Friday, October 23, 2009

Lcd Soundsystem - Bye bye bayou



Το επόμενο single των Lcd Soundsystem, φόρος τιμής στον τραγουδιστή των θρυλικών Suicide. Παρμένο απο το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ του Alan Vega.

Memory Tapes - Seek magic



Memory Tapes

Seek Magic

(Sincerely Yours,Acephale Records, 2009)


Μέχρι και το No.2 των JJ, οι κυκλοφορίες της Sincerely Yours ήταν καθαρά Σκανδιναβική υπόθεση. Το 2007 οι δημιουργοί της πολύ ξεχωριστής αυτής εταιρίας, το ντουέτο δηλαδή των Tough Alliance και οι Honeydrips, υπήρξαν τα δυνατά (και μοναδικά) χαρτιά του label για εκείνη τη χρονιά. Το 2008 είχαμε τους Air France και φέτος ο (ψιλό)ντόρος για τους JJ. Όλοι τους προερχόμενοι από την παγωμένη Σουηδία. Για όλους τους μια μικρή τζούρα hype (κυρίως από το Pitchfork), ένα καταλογιζόμενο νέο μουσικό στυλ, αυτό του balearic (μλκίες, ουσιαστικά πρόκειται για μια πτυχή της ηλεκτρονικής ποπ) και πέντε πολύ προσεκτικά πλασαρισμένες κυκλοφορίες (οι παραπάνω). Τι συμβαίνει όμως όταν στην όλη υπόθεση ανακατεύεται κάποιος απο το New Jersey? (Ούτε καν από το New York!Απαπαπαπά!), ο κύριος Dayve Hawk.

Πριν συνεχίσω, να πω ότι στη προώθηση του Seek Magic συμβάλουν επιπλέον οι Acephale Records και η πασίγνωστη Rough Trade αλλά το ύφος και η διάθεση του δίσκου είναι ξεκάθαρα στο πνεύμα της Sincerely Yours.

O Hawk λοιπόν μπασταρδεύει τα δύο ξεχωριστά του μουσικά πρότζεκτς (Weird tapes και Memory Cassette) και δημιουργεί το υβρίδιό τους που ηχεί πιο ολοκληρωμένο σε σχέση με αυτά, αναπόφευκτα, μιας και συνδυάζει την electro dance των πρώτων με την ηλεκτρονική ambient των δεύτερων. Κάπου διάβασα μια πολύ επιτυχημένη παρομοίωση για τη μουσική του Seek Magic. “Knife meets Outhud meets Deerhunter “, αλλά δεν γίνεται να αρκεστείς σ΄ αυτό. Είναι κάτι περισσότερο.

Όταν τους άκουσα για πρώτη φορά μου ξύπνησαν μια νοσταλγία για τα 80’s. Θα μου πείς, δε χρειάζεται να πάρει κανείς ερευνητική επιχορήγηση για να εξακριβώσει ότι…το 99% των αντίστοιχων γκρουπ βασίζονται στον ήχο εκείνης της δεκαετίας. Σωστό. Το θέμα είναι πως εγώ τα απεχθάνομαι τα (χορευτικά) 80’s! Αλλά αυτή η καταραμένη εισαγωγή του Swimming field με κάνει να αναπολώ. Και έπειτα είναι εκείνα τα πειραγμένα φωνητικά που προσθέτουν μια μικρή δόση παράνοιας στη κατά τα άλλα chill διάθεση του κομματιού. Δε συνηθίζω να πέφτω θύμα του πρώτου track, αλλά με αυτό το εναρκτήριο κατάλαβα ότι εγώ και η μπάντα θα τα πάμε καλά. Η επιβεβαίωση ήρθε με το Bicycle. Σκέφτηκα, έτσι θα ακουγόντουσαν οι γείτονες τους οι Yeasayer υπό την επήρεια xtc. Και το Green knight, με τις παλιομοδίτικες κιθάρες, τα samples από μια μπάλα μπάσκετ που κτυπά στο παρκέ και τον ήχο της σόλας που γλιστράει σ’ αυτό. Ιδιοφυές! Και τι ανατρεπτικό φινάλε με το πιανάκι! Ο Hawk σε εκπλήσσει διαρκώς με τις ιδέες του. Εμπλουτίζει τις συνθέσεις του με αρκετά στοιχεία τα οποία ξέρει που και πότε πρέπει να τα χρησιμοποιήσει χωρίς να σε μπερδέψει η να σε κουράσει. Και πόσους διαφορετικούς τρόπους διαθέτει στο ηχητικό του οπλοστάσιο για να παραθέτει τις μελωδίες του. Ένα synth, ένα κιθαριστικό ριφάκι, ένα ξυλόφωνο, ένα απλό beat, οτιδήποτε. Επίσης, σε αντίθεση με πολλούς συναδέλφους του που το κουράζουν με καμιά 15ρια tracks, αυτός περιορίζεται στα 8 tracks που με το ζόρι ξεπερνούν τα 40 λεπτά αλλά έχουν το προνόμιο της ισάξιας αντιμετώπισης από τον δημιουργό τους.

Αυτός ο δίσκος, πέρα από το αντίδοτο για εκείνους που πάσχουν από το σύνδρομο Hercules and love affair (ποτέ δε κατάλαβα), αποτελεί μια πρόταση για το πώς θα πρέπει να ακούγεται ο σύγχρονος “σκεπτόμενος” χορευτικός ήχος με την έννοια που θέλουν να του δώσουν σχήματα όπως οι Royksopp η οι Knife.

Άντε να «ανεβαίνει» το Νέο Υέρσεϊ!

8.4

Those will burn: Bicycle, Green knight, Stop talking, Plain material


Wednesday, October 21, 2009

οκ...πόσο εκνευριστικό

Το cd toy vic chesnutt, το at the cut σε δισκοπωλείο της αθήνας (αλυσίδας κι όλας) έχει 20 ευρώ!!! και με 24 ευρουδάκια αντε μπορεί και λίγα παραπάνω για posting από την εταιρία Constellation αγοράζεις την deluxe edition η οποία περιέχει:

Deluxe 180gLP edition features heavyweight vinyl in a 24pt. 100% recycled cardstock jacket offset printed and finished with a matte UV varnish. Contents include: a full CD version of the album; an accordion-folded lyric/credit sheet; a full-colour insert offset-printed on 80lb. text-weight felt-finish paper; a limited edition 3-colour silkscreen poster featuring helpful tips on wielding an axe. All cover art direction by Jem Cohen, who took the front cover shot and created all the other cover art from found photography and objects. Silkscreen poster artwork plundered/designed by Constellation


πλάκα μας κάνουν εδώ εεε??

Tuesday, October 20, 2009

Robin Parrent - Beauty damaged

Robin Parrent

Beauty Damaged

( Major???, 2009)


Θα μπορούσα αλήθεια να σας γλυτώσω από λέξεις και να σας πω να ακούσετε το πρώτο κομμάτι του δίσκου και μετά θα καταλάβετε τι περίπου να περιμένετε. Ο τύπος, λοιπόν, όσο περίεργο κι αν ακούγεται δεν υπάρχει πουθενά παρα μόνο στο myspace και στο facebook, τα οποία και δεν είναι βοηθητικά για περισσότερες λεπτομέρειες...
Έτσι βάζοντας να παίξει δεν έχεις καμία ιδέα για το τι θα περιμένεις (παρα μόνο από τον τίτλο και το εξώφυλλο). Το Nobody Hurts You (Like Yourself) εναρκτήριο κομμάτι έριξε στο τραπέζι σχεδόν όλες του τις επηρροές...Kurt Weill, matt elliot, scott walker, arcade fire, κιθάρες βγαλμένες από τα 60's, α και λίγο Kings. Κι όλα αυτά τυλιγμένα από ακόρντα και φωνητικά ποστ πανκ αισθητικής..αλλά και folk κιθάριστικά αρπίσματα... Πως γίνεται όλα αυτά μαζί δεν ξέρω. Μόνο ότι μπορεί να σου κάνει απίστευτη παρέα μετά τα μεσάνυχτα, τις ώρες που μένεις μόνος, ξεσκονίζοντας από πάνω σου κόκκους μοναξιάς και ηρεμίας. Ωρες ώρες ακούγεται σκοτεινός, και τόσο κατεστραμένος, όμορφα κατεστραμένος που το When I'm Gone σου ακούγεται σαν ύμνος στο φευγιό-όποιο κι αν είναι αυτό...(μου θύμησε μια σκηνη από το wire όπου πεθαίνει ένας και στην κηδεία του ψέλνουν ένα τραγούδι..χμμ καπως έτσι ακούγεται πραγματικά). Αυτός ο δίσκος μου θυμίζει έντονα Κυριακή. Βροχερή κυριακή. Με κόμπο στο στομάχι...και κάτι σαν από bauhaus να γυροφερνει το μυαλό...(Ballad Of Joseph Merrick)...
Δεν ξέρω...στο Βόλο θα τον είχα αγαπήσει, στο Λονδίνο θα τον είχα βάλει στην άκρη, στην Αθήνα θα τον κουβαλάω μαζί μου.

8.0

Those will burn: Nobody Hurts You (Like Yourself), First Pain-Then Joy, When I'm Gone, Ballad Of Joseph Merrick.

The Callas - Lipstick (video)

Official video. Performance by The Boy. Directed by The Callas.

Κομματάρα και φοβερό βίντεο!Τους έχω δεί δύο φορες Πατρα και τα έσπασαν!


Monday, October 19, 2009

Iggy Pop - punk rock

punk rock is a word used by dillitante's and ah... and ah... heartless manipulators about music that takes up the energies and the bodies and the hearts and the souls and the time and the minds of young men who give what they have to it and give everything they have to it and it's a... it's a term that's based on contempt, it's a term that's based on fashion, style, elitism, satanism and everything that's rotten about rock'n'roll. I don't know Johnny Rotten but I'm sure... I'm sure he puts as much blood and sweat into what he does as Sigmund Freud did. You see, what sounds to you like a big load of trashy old noise is in fact the brilliant music of a genius, myself . And that music is so powerful that it's quite beyond my control and ah... when I'm in the grips of it I don't feel pleasure and I don't feel pain, either physically or emotionally.

Ο Iggy είναι η Μέκκα του ροκ. Όπως οι μουσουλμάνοι υποχρεούνται έστω μια φορά στη ζωή τους να προσκυνήσουν την ιερή πέτρα, έτσι και οι "ροκάδες" οφείλουν να δούν από κοντά τον ιερέα της punk rock.
Πρίν 32 χρόνια ο Iggy, δίνει τον ορισμό της πρωτοεμφανιζόμενης τότε "θρησκείας". Μαζί με την εμφάνιση των Pistols στον Bill Grundy ένα χρόνο πρίν (εδω), η παραπάνω δήλωση αποτελεί το σημαντικότερο (δημόσιο) statement του πάνκ... με ότι συνεπάγεται αυτό.
Ακολουθεί η δεκάλεπτη συνέντευξη.



Το 1999, οι Mogwai, σε ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της post rock, το Come on die young, χρησιμοποίησαν μέρος της συνέντευξης στο εναρκτήριο κομμάτι και του δίνουν μια συγκλονιστική χροιά.

Thursday, October 15, 2009

Subculture(s) #002: Changing Colors

gen•re (zhän'rə) A category of artistic composition, as in music or literature, marked by a distinctive style, form, or content: "his six String Quartets ... the most important works in the genre since Beethoven's" (Time). - dictionary.com

Οι μουσικές ταμπέλες, που κατατάσσουν δίσκους και συγκροτήματα σε γενικότερες, ή λιγότερο γενικότερες, κατηγορίες, πρέπει να παραδεχτούμε ότι είναι χρήσιμες. Σκεφτείτε ότι είστε σε ένα blog με 40 καινούργιες κυκλοφορίες που δεν ξέρετε. Τι είναι το πρώτο πράγμα που κοιτάτε για να αποφασίσετε τι θα κατεβάσετε; Κατά 90% τα tags που περιγράφουν το είδος της μουσικής. Αν αρχίζαμε να απαριθμούμε μουσικά genres αυτή τη στιγμή, δεν θα τελειώναμε ούτε σε μία εβδομάδα. Αλλά η δημιουργία των genres πέρα από την παροχή βοήθειας ως προς την πλοήγηση μέσα στις τεράστιες ποσότητες μουσικής που ηχογραφούνται σήμερα βοηθάει και σε κάτι άλλο: Στη δημιουργία ενοτήτων, ‘σκηνών’, υποκουλτούρων. Βοηθάει τα συγκροτήματα να βρουν το κοινό τους και αντίστοιχα το κοινό να βρει νέα συγκροτήματα αναπτύσσοντας μεταξύ τους παράξενες και πολύ ιδιαίτερες σχέσεις. Από την άλλη, όσο δημιουργικά και βοηθητικά και αν είναι τα genres, δεν παύουν να είναι πάντα μία μορφή κατηγοριοποίησης. Και η κατηγοριοποίηση έχει πάντα και εξ’ ορισμού λίγο φασισμό μέσα της. Τι γίνεται για παράδειγμα με μουσικές που δεν χωράνε σε κάποια υπάρχουσα κατηγορία; Αν είναι πολύ καλές μπορεί να δημιουργήσουν μία καινούργια κατηγορία, σωστά, αν δεν είναι; Ή, για να μπαίνουμε σιγά σιγά στο θέμα αυτού του Subculture(s), τι γίνεται με συγκροτήματα που για κάποιο λόγο αλλάζουν κατηγορία; Πως μπορεί ένας μουσικός, που ενώ έπαιζε μέχρι πρότινος death metal ανακάλυψε ξαφνικά μία μαύρη φλέβα μέσα του και το γύρισε στη neo-soul, να κάνει αυτό το crossover και να βρει ένα νέο ακροατήριο; Γιατί τα genres μπορεί να είναι χρήσιμα στην αρχή, αλλά πολύ εύκολα μπορούν να γίνουν περιοριστικά εμποδίζοντας την εξέλιξη μουσικών και κοινού. Εδώ λοιπόν, παρουσιάζουμε τέσσερις δίσκους που σήμαιναν μία πολύ σημαντική αλλαγή για τους μουσικούς, και που δυστυχώς έπεσαν πάνω στον τοίχο του διπλανού genre σπάζοντας, συνήθως, τα μούτρα τους.

Paradise Lost
Host 1999

Οι Paradise Lost, ήταν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα συγκροτήματα των ‘90ς. Ξεκίνησαν με τον πρώτο τους δίσκο το 1990 (Lost Paradise), παίζοντας σχετικά αδιάφορο death metal (μη φοβάστε, δεν το γύρισαν σε neo-soul) αλλά από τον δεύτερο κιόλας δίσκο τους, όπως δηλώνει και ο τίτλος του (Gothic, 1991) άρχισαν να προσθέτουν στοιχεία γοτθικής μουσικής δημιουργώντας ουσιαστικά ένα νέο genre, το gothic metal. Οι επόμενοι τρεις δίσκοι τους (Shades of God – 1992, Icon – 1993, Draconian Times – 1995) αποτελούν επέκταση αυτής της gothic οπτικής στο metal, πάντα όμως με νέα στοιχεία να προστίθενται (παρεμπιπτόντως, πρόκειται για τρεις από τους καλύτερους metal δίσκους των ‘90ς). Ταυτόχρονα γίνονται αρκετά γνωστοί στην ηπειρωτική Ευρώπη (και κυρίως σε Ιταλία, Ελλάδα και Γερμανία). Το 1997 λοιπόν κυκλοφορούν το One Second (για μένα από τους καλύτερους δίσκους των 90ς) όπου κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα ηλεκτρονικά στοιχεία και οι επιρροές από Smiths και Depeche Mode. Η εξέλιξη αυτή είχε βέβαια σχεδόν προδιαγραφεί από την μέχρι τώρα πορεία τους, αλλά μοιραία τους οδήγησε έξω από τα χωράφια του metal. Ευτυχώς, λίγο λόγω κεκτημένης ταχύτητας, λίγο λόγω της ύπαρξης – ακόμα – των ηλεκτρικών κιθάρων ο δίσκος τα πάει σχετικά καλά. Οπότε οι Paradise Lost συνεχίζουν την φυσική τους πορεία ηχογραφώντας αυτόν εδώ το δίσκο. Αλλοίμονο όμως, το Host είναι αμιγώς ηλεκτρονικό. Αφήστε δε ότι κούρεψαν και τα μακριά τους τα μαλλιά! Σύσσωμη η μεταλλική κοινότητα τους πετάει στην πυρά αποδεικνύοντας την στενομυαλιά της. Ακόμα θυμάμαι τις συνεντεύξεις τους εκείνη την περίοδο όπου απεγνωσμένα προσπαθούσαν να εξηγήσουν ότι δεν πέταξαν τις κιθάρες τους, απλά τις χρησιμοποιούν διαφορετικά. Εξίσου στενόμυαλη όμως αποδεικνύεται και η ‘ηλεκτρονική κοινότητα’ που δεν καταδέχεται να ακούσει ένα δίσκο που προέρχεται από metal συγκρότημα. Και ξαφνικά οι Paradise Lost βρίσκονται χωρίς κοινό. Μεγάλο κρίμα όμως, γιατί το Host είναι ένα υπέροχο διαμαντάκι σκοτεινής pop μουσικής. Οι επιρροές από Depeche Mode να είναι περισσότερο από εμφανείς, ενώ κομμάτια όπως το So much is Lost, Permanent Solution, Behind the Gray θα μπορούσαν υπό άλλες συνθήκες να γίνουν χιτάκια. Επιπλέον, το Host, είναι από τα πιο χτυπητά παραδείγματα του ότι τα μουσικά όρια είναι πάντα τεχνητά. Γιατί δεν προέκυψε σαν μία στιγμιαία απόφαση για αλλαγή μουσικής κατεύθυνσης αλλά σαν φυσιολογική εξέλιξη του συγκροτήματος που έφτασε από το death metal της αρχής στην ηλεκτρονική pop του Host μέσα από μία διαδικασία εξέλιξης διάφανη και ξεκάθαρη. Δυστυχώς αυτή η διαδικασία διακόπηκε βίαια εδώ. Κάπως έπρεπε να επιβιώσουν οι άνθρωποι, οπότε στον επόμενο δίσκο τους επαναφέρουν τις κιθάρες ενώ από εκεί και πέρα επιστρέφουν και στον ευρύτερο χώρο του metal. Η ποιότητα των δουλειών τους συνεχίζει να είναι αρκετά ψιλά βέβαια, αλλά…

Black Rebel Motorcycle Club
Howl 2005

Το 2001 μας επιφύλασσε δύο υπερηχητικά ντεμπούτο που το στιγμάτισαν μουσικά. Το Is This It των Strokes και το BRMC των Black Rebel Motorcycle Club. Το πρώτο κατάφερε να αντιγράψει με τον πιο ιδιοφυή τρόπο το σύνολο της μέχρι τότε ιστορίας του indie rock προσφέροντάς το μας στην οικονομική συσκευασία του ενός δίσκου. Το δεύτερο πατώντας πάνω στο σώμα (ή πτώμα;) των Jesus and Mary Chain μας πρόσφερε ένα εθιστικό σύνολο ροκ εν ρολ τραγουδιών με το απαραίτητο feedback. Μπορεί να μην τα πήγαν τόσο καλά εμπορικά όσο οι Strokes, αλλά απέκτησαν το κοινό τους. Η δεύτερη προσπάθειά τους, Take Them On, On Your Own, σε παρόμοιο κλίμα, ανεβάζει τα γκάζια και προσθέτει πολύ περισσότερο feedback και φασαρία. Και εκεί που περιμέναμε το τρίτο χτύπημα, μας παρουσιάζουν το 2005 το Howl. Στο οποίο συνειδητοποιούν ότι δεν κατάγονται από τη Γλασκώβη, αλλά από το San Francisco, ενώ διαπιστώνουν ότι εκτός από τους Jesus and Mary Chain υπάρχει και ο Bob Dylan. Εκεί που περιμένεις γκάζια δηλαδή, σου έρχεται ένα δείγμα από country, gospel και blues που είναι αλήθεια, στην αρχή ακούγετε λίγο παράξενο. Ως αποτέλεσμα, ένα μεγάλο μέρος του κοινού τους τους γυρίζει την πλάτη αδυνατώντας να ταυτιστεί με την τόσα ‘ραγδαία’ αλλαγή. Βέβαια, τίποτα δεν γίνεται ξαφνικά. Είναι λίγο αφελές και μάλλον αποτέλεσμα του ότι μας αρέσει να μένουμε στην επιφάνια να νομίζει κανείς ότι οι BRMC άλλαξαν μέσα σε μία νύκτα. Όλα τα χαρακτηριστικά του Howl υπάρχουν και στις δύο προηγούμενες δουλειές τους, απλά ήταν κριμένα κάτω από τους γρήγορους ρυθμούς, το feedback και τη φασαρία. Έτσι οι Αμερικανοί σε αυτόν το δίσκο δεν άλλαξαν, απλά μας παρουσιάστηκαν γυμνοί· και κατά μία έννοια πιο ουσιαστικοί και αυθεντικοί. Αλίμονο όμως, η υποδοχή δεν ήταν τόσο καλή (κυρίως στην Ευρώπη). Αποτέλεσμα το Baby 81 στο οποίο ναι μεν ξαναγυρίζουν στις rock ‘n’ roll συνθέσεις αλλά δυστυχώς ακούγονται πλέον στείροι και κενοί. Βέβαια η ιστορία με τους BRMC έχει και συνέχεια καθώς πρόσφατα κυκλοφόρησαν το The Effects of 333, ένα σύνολο από instrumental ηχοτοπία, το οποίο φαντάζομαι είχε ως στόχο να διώξει κάθε οπαδό της μέχρι τότε μουσικής τους… αλλά αυτό το αφήνουμε για μία άλλη φορά…

Tindersticks
Simple Pleasures 1999

Με το Curtains του 1997 οι Tindersticks ουσιαστικά συνοψίζουν και ανακεφαλαιώνουν αυτό που είχαν αναπτύξει με τους δύο πρώτους τους δίσκους: Ρομαντική, σκοτεινή μουσική, γεμάτη απόγνωση και μία διάχυτη αίσθηση ματαιότητας. Και το έκαναν με τον καλύτερο τρόπο. Αλλά με το Curtains έγινε επίσης προφανές ότι οι Tindersticks είχαν εξαντλήσει αυτή τη μουσική κατεύθυνση. Σαν ώριμοι μουσικοί προφανώς το συνειδητοποίησαν αυτό, έτσι το 1999 κυκλοφορούν το Simple Pleasures, όπου αλλάζουν κατεύθυνση ριζικά. Το φως αρχίζει να μπαίνει στις συνθέσεις τους, ενώ το πομπώδες ύφος των προηγούμενων δίσκων τους δίνει τη θέση του σε απαλές soul συνθέσεις με gospel αποχρώσεις που τους φέρνει με ένα περίεργο τρόπο πολύ κοντά στον ήχο των Lambchop. Το αποτέλεσμα είναι σχεδόν εκθαμβωτικό μέσα στην απλότητά του. Οι πιο λεπτές αποχρώσεις βρίσκουν το δρόμο τους και δημιουργούν μία ζεστασιά που δύσκολα συναντάς σε άλλους δίσκους. Κομμάτια όπως το If You're Looking For A Way Out, το Pretty Words, ή το Before You Close Your Eyes σε κάνουν να απορείς ως προς τι έκαναν τόσο καιρό. Οδηγούνταν προς αυτόν τον δίσκο θα έλεγα εγώ, απλά διάλεξαν ένα πολύ περίεργο δρόμο. Δυστυχώς απ’ ό,τι φαίνεται η αλλαγή ήταν μεγάλη για τον κόσμο που τους ακολουθούσε μέχρι τότε και ο δίσκος δεν έτυχε και τόσο θερμής υποδοχής. Πραγματικά, τι μεγάλη απογοήτευση πρέπει να είναι για έναν μουσικό το να δημιουργεί έναν τόσο όμορφο δίσκο και να βλέπει τον κόσμο να του γυρίζει την πλάτη επειδή απλά δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες του. Εδώ βέβαια, πρέπει να σημειώσω, ότι ο δίσκος τα πήγε πολύ καλά στην Ελλάδα. Για μια φορά το ελληνικό κοινό έδειξε ανοικτόμυαλο, οφείλω να το παραδεκτώ.

The Stone Roses
Second Coming 1994

Το ντεμπούτο των Stone Roses έχει ήδη περάσει στην ιστορία ως ‘ένας από τους καλύτερους δίσκου όλων των εποχών’. Δικαίως θα προσθέσω, αν και τέτοιου είδους χαρακτηρισμοί δεν μου γεμίζουν και πολύ το μάτι. Το ότι άλλαξε το ρου της βρετανικής μουσικής πάντως δεν μπορεί να το παραγνωρίσει κανένας. Πέντε χρόνια μετά οι Stone Roses αποφασίζουν επιτέλους να κυκλοφορήσουν τον δεύτερο δίσκο τους. Από τη μία οι απαιτήσεις υψηλές, από την άλλη το μουσικό τοπίο στη Βρετανία έχει αλλάξει: η ξενέρωτη Britpop κυριαρχεί παντού (ειρωνικό βέβαια, καθώς οι Stone Roses βοήθησαν πολύ στη γέννησή της – τι να κάνεις, ένας καλός δίσκος μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπιες) ενώ τον κόσμο τον ενδιαφέρει περισσότερο να παρακολουθεί τους blur και τους oasis να πλακώνονται παρά η ίδια η μουσική που παράγεται. Οι Stone Roses λοιπόν γυρίζουν την πλάτη τους σε όλα αυτά και ηχογραφούν ένα δίσκο τελείως εκτός κλίματος. Πιστεύω ότι πραγματικά ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαν να κάνουν. Από την μία δεν θα είχε κανένα νόημα να προσπαθήσουν να αναπαράγουν το παρελθόν τους (που ούτως ή άλλως είχε πάρει πια μυθικές διαστάσεις) από την άλλη θα ήταν ξεπεσμός να ακολουθήσουν τον συρμό. Έτσι το αλήτικο rock του second coming ακούγεται πραγματικά τίμιο, μία ανάσα ουσιαστικής μουσικής μέσα στις τσιχλόφουσκες της εποχής (αυτό το NME έχει καταστρέψει την βρετανική μουσική). Όμορφες συνθέσεις, rock ‘n’ roll διάθεση, καταπληκτική κιθαριστική δουλειά. Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Το μυθικό status του ντεμπούτου τους όμως είχε άλλη γνώμη. Από την μία τους εξασφαλίζει μία θέση στα charts, από την άλλη δημιουργεί μία στρατιά απογοητευμένων ακροατών. Λογικό μεν, αφού ο χαρακτήρας του δίσκου είναι πολύ διαφορετικός, άσκημο δε, γιατί οδήγησε ουσιαστικά στη διάλυση του συγκροτήματος.

Wednesday, October 14, 2009

Piano Magic - Ovations



Piano Magic

Ovations

(Darla,2009)



Κάποιοι τους αποκαλούν πρωτοπόρους της «νοσταλγικής σκηνής», η οποία αν εφίστατο, ναι αυτούς θα είχε πρωτοπόρους, σημαιοφόρους η όπως αλλιώς θέλετε.
Γενικώς όποιος χαρακτηρισμός τους έχει αποδοθεί κατά καιρούς (indietronika, dark wave, ambient pop, post rock ) ισχύει έως ένα σημείο, με τη διαφορά ότι πάντα διέθεταν αρκετά στοιχεία που πολύ απλοϊκά θα τα χαρακτήριζα με τον όρο world. Η ομάδα αυτών των ταλαντούχων μουσικών «τσιμπάει» διαφορετικά μουσικά υφάκια και τα πλέκει με ιδιαίτερη χάρη, προσαρμόζοντας τα στην άλλοτε σκοτεινή και ψυχρή, άλλοτε φιλοσοφικά προβληματισμένη, άλλοτε απλά θλιμμένη θεματολογία των τραγουδιών τους. Μου δίνεται η εντύπωση μπάντας που σε πρώτη φάση της έρχονται τα λόγια και μετά η μουσική, εξού και η παραπάνω θεωρία.

Οι Piano Magic είναι ουσιαστικά μια μουσική κολεκτίβα με κινητήριους μοχλούς τους Franck Alba, Alasdair Steer, Jerome Tcherneyan και Glen Johnson (ο μοναδικός εναπομείναντας του αρχικού σχήματος και ιθύνων νους) και είναι ένα από τα πρώτα ονόματα που μου έρχεται στο μυαλό όταν θα σκεφτώ σταθερές αξίες του εναλλακτικού χώρου. Οι λιγοστοί δυστυχώς οπαδοί αυτού του τόσο υποτιμημένου συγκροτήματος δεν θα απογοητευτούν πραγματικά ποτέ. Από τη μεριά τους το γκρουπ φροντίζει πάντα για το καλύτερο. Είμαι σίγουρος πως ματώνουν για κάθε τους άλμπουμ, που όμως ακούγεται να έχει δημιουργηθεί αβίαστα.

Στο Artists Rifles του 2000 το οποίο σηματοδότησε μια σχετική στροφή προς τον καθαριστικό ήχο (κάπου εκεί τους έμαθα) συνεργάστηκαν με τον παραγωγό των Dead Can Dance (John Rivers) και άρχισαν τα πάρε δώσε και με τα μέλη της εμβληματικής μπάντας των 80’s, τον Peter Ulrich και φυσικά τον Brendan Perry (φωνή και βασικός συνθέτης των D.C.D). Κάπως έτσι εξηγείτε η συμμετοχή των δυο παραπάνω μουσικών στο νέο δίσκο των Piano Magic, στο οποίο αφήνουν πολύ έντονα το στίγμα τους (και ας έβγαζαν δισκάρα ούτος η άλλως). Το respect βέβαια είναι αμοιβαίο μιας και ο Perry δήλωσε ότι οι P.M κατά τη γνώμη του γράφουν την πιο όμορφη μουσική που έχει ακούσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Και ναι, τα "You Never Loved This City” και "The Nightmare Goes On" που ερμηνεύει είναι πανέμορφα, στοιχειωμένα με σφραγίδα D.C.D αλλά με συνυπογραφή Magic.
Εννοείτε πως ο Johnson όμως δεν έχει ανάγκη να «κουνιέται με αλλουνού τ’ αρχίδια» και απόδειξη είναι τα υπόλοιπα οκτώ τραγούδια του Ovations. Θα αποφύγω για μια ακόμη φορά να αναφερθώ στα tracks και να προσδιορίσω τα του ήχου. Από τη δύσκολη θέση με έβγαλε αυτή τη φορά το δελτίο τύπου της ίδιας της μπάντας, εδώ: it's a restless beast; a record that swings wildly between Marrakesh, Eastern Europe, Sevilla and early 80s Manchester without breaking a sweat. Piano Magic have always worn their influences on their sleeves. The Chameleons, Joy Division and The Cure rub shoulders with Turkish darabuka, hammered dulcimer, viola, cello, flamenco claps. Elsewhere there are cold analogue synths, chiming guitars, mournful piano and industrial percussion.
Απλά θα συμπλήρωνα πως έχουν βελτιώσει απίστευτα τα ηλεκτρονικά τους σημεία με χαρακτηριστικότατο παράδειγμα αυτό του ‘on edge” (το δικό τους idioteque / ο τομ θα ζηλέψει «κομματάκι»). Και φυσικά αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά η μαεστρία του Johnson να παντρεύει ήχους από διαφορετικές μουσικές κουλτούρες και να τις κάνει να συνυπάρχουν τόσο μα τόσο αρμονικά. Σα να ήταν μαζί από πάντα.

Έτσι είναι οι Piano Magic, μια περίπτωση ανθρώπων που αγαπούν τη μουσική στο όλο της, δεν της βάζουν όρια και περιορισμούς. Δεν είναι πολίτες της Αγγλίας η κάποιας χώρας. Με τη μουσική τους αποδεικνύονται πολίτες του κόσμου.
Και εννοείτε ότι η χειμερινή περίοδος που κυκλοφορεί το Ovations είναι η πλέον κατάλληλη. Απόλυτα χειμερινός δίσκος και τόσο υπεράνω που δεν έχει ανάγκη από επευφημίες.

8.3

Those will burn: On edge, A fond farewell, The blue hour, Exit


TV Ghost - Cold Fish

TV Ghost

Cold Fish

( In the Red, 2009)

Cold fish

Ορισμός νο1: Ο σεξουαλικός παρτενερ που δεν είναι δεκτικός ή που δεν δείχνει κανένα συναισθηματικό ή φυσικό feedback κατα την διάρκεια της συνουσίας.

Ορισμός νο2: Όταν κρατάς το χέρι σου σε καράτε στύλ και με μια ξαφνική κίνηση το φράσεις σε μια ανυποψίαστη κωλοχαράδρα...ενίοτε φωνάζοντας cold fish!!!! (πλάκα μας κάνουν οι αμερικάνοι...).
από urban dictionary. Βέβαια πάντα θα μπορεί και να σημαίνει απλά παγωμένο ψάρι αλλά οκ...

Τώρα τι είναι οι TV Ghost...είναι ευκολό να τους περιγράψεις αλλά δύσκολο να αποδώσεις την ποιότητα τους. Ας πούμε αρχικά ότι είναι ένα garago punk συγκρότημα από την Indiana. Έρχονται από την In the Red, εταιρία των Vivian Girls, του King Khan, των Strange Boys, του Blank Dog. Ηχητικά είναι πιο σκληροί απ' όλους αυτούς και παρουσιάζουν 25 λεπτά βρωμιάς και lofi noise φωνητικών που (κι αυτό είναι που τους κάνει ξεχωριστούς) ενώνει την garage των Horrors (του 1ου δίσκου κυρίως) με την noise pop της In the red δένοντας τόσο τους birthday party - φωνητικά- όσο και τους Cramps. Κι από σαηκομπίλι έχουμε και λίγο από την surf αισθητική πάλι της In the red. Μείγμα αρκετά ενδιαφέρων που δεν ξέρω αν μπορεί να με βάλει στη μπρίζα σπίτι, αλλά σίγουρα μ' ενα πάηντ σε μια βρωμοπαμπ θα έλιωνα.
Ακούω τα 90'ς synths, τα αργόσυρτα ριφάκια και μερικές φορές με ξενίζει η ροκομπιλοθρασίλα τους. Καλύτερο κομμάτι του δίσκου είναι το seasick που βαράει αλύπητα, ειδικότερα εκεί στο σόλο. Τόση γκροτεσκα βρωμιά...και κάπου ο lux χαμογελά....Το The recluse αφήνει τους horrors -όταν δεν ήταν hype- να κάνουν μια βόλτα πάνω από τα κεφάλια μας και το Greek που είναι αρκετά καλο (αν και δεν πιάνω τίποτα από στίχους...οπότε it's all greek to me...;έχει απίθανα τύμπανα).

7.0

Those will burn: Seasick, Cold Fish, The Recluse, Greek

Tuesday, October 13, 2009

act radio afierwma...Σήμερα το βράδυ

Σήμερα 13/10 22:00-00:00 ''musica dei greci'' .
Ένα Αφιερωμα στην παραδοσιακή μουσική της νότιας Ιταλίας.....
Από τα ελληνόφωνα χωριά του salento....
εδώ

Tom Waits - GLITTER AND DOOM

Ο μιστερ Tom Waits πρσφέρει 8 κομμάτια από το live δίσκο glitter and doom που θα βγάλει εκεί γύρω στο νοέμβριο. Τα 8 πρώτα κομμάτια του δίσκου με μια καταπληκτική διασκευή του Singapore...Λίγο περισσότερο τραχύς, λίγο μεγαλύτερος, ακόμα καλύτερος....

http://www.tomwaits.com/









Monday, October 12, 2009

Julian Casablancas - 11th dimension


Τη στιγμή που ο Julian Casablancas δηλώνει πως οι νέοι Strokes θα ακούγονται σαν οι Thin Lizzy να συναντούν τους A-Ha (μας δουλεύει όλους "ψιλό γαζί"), ο σόλο δίσκος που έχει ήδη έτοιμο θα κυκλοφορήσει στην αγορά τη πρώτη βδομάδα του Νοέμβρη με τίτλο Phrazes for the young σε παραγωγή Jason Lader και Mike Mogis. Δηλαδή να υποθέσουμε πως το προσωπικό του πόνημα θα ακούγεται σαν η Gwen Stefani (Lader) να συναντά τους Bright Eyes(Mogis)?
Το πρώτο single ονομάζεται 11th dimension και το γουστάρω τρελά (ειδικά όταν το παίζω στο μαγαζί δυνατά) έχει διαρρεύσει ήδη στο tube εδώ και κανα τριάρι βδομάδες και είναι ολοκληρωτικά catchy. Παρατηρήστε πως η εισαγωγή θυμίζει θανατηφόρα το "rebel rebel" του Bowie με την προϋπόθεση οτι το διασκευάζουν οι New Order.
Δε φταίω εγώ. Ο Julian με έβαλε σε αυτό το τριπάκι των παραλληλισμών...

Friday, October 9, 2009

Bad Lieutenant – Never Cry Another Tear

Bad Lieutenant

Never Cry Another Tear

( Triple Echo Records, 2009)


Υπάρχουν λίγοι μουσικοί που με το έργο τους άλλαξαν την πορεία της μουσικής. Υπάρχουν ελάχιστοι μουσικοί που κατάφεραν να το κάνουν δύο φορές. Ο Bernard Sumner λοιπόν είναι ένας από αυτούς.
Προς τι η κοινότυπα βαρύγδουπη εισαγωγή; Φαντάζομαι ότι είναι μία ύστατη προσπάθεια αποστασιοποίησης· εξαρχής καταδικασμένη να αποτύχει. Εξάλλου, είμαι σίγουρος ότι το 90% των κειμένων που θα γραφτούν για τον δίσκο θα ξεκινάνε κάπως έτσι οπότε είπα να ‘blend in’ λιγάκι. Η φυσιολογική συνέχεια της παραπάνω εισαγωγής θα πρέπει να περιέχει οπωσδήποτε ορισμένες εκδηλώσεις σεβασμού, έπειτα πρέπει να δείξει διακριτικά οίκτο στον κακόμοιρο τον καλλιτέχνη που γέρασε και τέλος να δηλώσει ότι δεν πρέπει να είμαστε αχάριστοι, τόσα μας πρόσφερε, ας μη ζητάμε άλλα.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, η παραπάνω προσέγγιση δεν δουλεύει με εμένα. Ποτέ δεν άκουσα τους New Order, και κατ’ επέκταση τους Joy Division, ως την μπάντα που άλλαξε τον τρόπο που ακούμε μουσική. Μπορεί το Blue Monday να έφερε τα πάνω κάτω στο μουσικό κατεστημένο για παράδειγμα, αλλά εγώ το Blue Monday το πρωτοάκουσα το 1998· ό,τι ήταν να αναποδογυρίσει το είχε ήδη κάνει. Έλα όμως που ταυτίστηκα με αυτή τη μουσική όσο δεν έχω μπορέσει να ταυτιστώ με καμία άλλη. Ταυτίστηκα με αυτό που ήταν τη στιγμή που το άκουσα, όχι με το ειδικό βάρος της ή την επιδραστικότητά της. Έτσι την ίδια ανατριχίλα νοιώθω όταν ακούω τον Bernard να τραγουδάει ‘I, like talking in my sleep’ στο Subculture, ή ‘you ‘ve got to pull yourself together man’ στο Close Range ή ‘come with me, in this foreign land’ στο For You των Electronic. Είναι αυτό το συναίσθημα ανάτασης, ανεξήγητης ευφορίας και ταυτόχρονα μελαγχολίας που εκπέμπει η φωνή του, σε συνδυασμό με τις συνθέσεις που οδηγούν την pop μουσική στο υψηλότερο σημείο που έχει φτάσει ποτέ. Εντάξει, τα cd των New Order ήταν πάντα καλύτερα. Στους Monaco μου έλειπε λίγο η φωνή του Bernard, στους Electronic μου έλειπε το μπάσο του Hooky (όπως μου λείπει και από τους Bad Lieutenant), αλλά τα έλιωνα και αυτά έτσι και αλλιώς. Οπότε, η ακρόαση του Never Cry Another Tear ήταν για μένα ηδονική. Ναι, τα έχουν ξαναπαίξει, ναι 1000 φορές, ναι μάλλον πολύ καλύτερα, ναι πολύ πιο επίκαιρα, αλλά πραγματικά δεν μου κάνει ιδιαίτερη διαφορά. Μεταξύ μας, πιστεύω ότι οι New Order, κάπου στα μέσα των ‘80s ανακάλυψαν την συνταγή για το απόλυτο pop τραγούδι. Δεν ξέρω τι συμφωνίες με ποιον Βελζεβούλ έκαναν, αλλά την ανακάλυψαν, και από τότε τη χρησιμοποιούν όποτε γράφουν κομμάτια. Όταν είναι όλοι μαζί δουλεύει καλύτερα γιατί ο πονηρός Βελζεβούλ αποκάλυψε ένα μέρος της στον καθένα, αλλά και μόνοι τους όταν είναι το κομμάτι που ξέρουν είναι αρκετό. Έτσι καταλήγω στο συμπέρασμα ότι το μοναδικό πρόβλημα που έχει ο δίσκος, είναι ότι σε μερικά κομμάτια άφησαν έναν άλλο τύπο να τραγουδήσει. Είναι δυνατόν; Πετάχτηκα όρθιος όταν τα πρωτοάκουσα.
Συνοψίζοντας: αυτός ο δίσκος είναι για τον περισσότερο κόσμο μέτριος και αδιάφορος. Στην πραγματικότητα νομίζω ότι αφορά πολύ λίγους ανθρώπους. Αυτούς τους ανθρώπους όμως θα ήθελα να τους γνωρίσω!

Από 6.5 έως 9.5. Τα δεκάρια μόνο στους New Order, λυπάμαι.

Those will burn: Twist Of Fate



Thursday, October 8, 2009

just for a week




http://pitchfork.com/tv/#/episode/1992-dig/1



The Brian Jonestown Massacre και The Dandy Warhols....


The Almighty Defenders - The Almighty Defenders

The Almighty Defenders

The Almighty Defenders

( Vice, 2009)

Δεν ξέρω τι έγινε στην Ινδία τον Ιανουάριο που μας πέρασε και τους έιωξαν(!??) από εκεί όμως οι black lips πήγαν στο βερολίνο και συνάντησαν τους φίλους King Khan and Mark "BBQ" Sultan και χώθηκαν σε ένα στούντιο δεν ξέρω γω για πόσο -λογικά όχι πάνω από 1-2 εβδομάδες- και jamαραν μέχρι να χαλαρώσουν. Και ακριβώς πρεσβευεί αυτός ο δίσκος για όποιος γνωρίζει τους συμμετέχοντες. Ο καθένας έχωσε ένα μικρό κομμάτι από την προσωπικότητα του προσαρμοσμένο στην συλλογικότητα και έτσι οι almighty defenders παρουσιάζουν αυτό το lo-fi gospel garage αποτέλεσμα.


Στοιχεία του οποίου έχουμε ακούσει παλιότερα, οι αναφορές είναι σαφείς και προσωπικά με βρίσκει απίστευτα χαρούμενο να βρίσκω κάπου εκεί κρυμμένους τους creedence clearwater revival, τους Led Zeppelin ,το μιστερ Zappa, τα σατανικά gospels, μπολικο doo wop, το βρωμιάρικο garage, τα μακρόσυρτα black lips φωνητικά, μα περισσότερο αυτήν την καυλα για μουσική που να έχει συναίσθημα, που να σε βαράει εκεί που κάθεσαι...Τι σκατά, το πέτυχαν όσο δεν πάει άλλο.


Την πρώτη φορά που το άκουσα με ενόχλησε, με ενόχλησε η μαυρίλα και η τραχύτητα του ήχου, με ενόχλησε που κατάπινα τόνους από ήχους και φωνητικά -βρώμα- λες και την ζητούσε ο οργανισμός μου. Πόσο crystal clear έχουμε γίνει σκέφτηκα...ο δίσκος τελειώνει με το The Great Defender χωρίς να έχεις χορτάσει. Η φοβερή φωνή του Mark Sultan στο Cone of Light είναι το μοναδικό φωτεινό σημείο. Κι εσύ έχεις περάσει από το κολλητικό Αll my loving, το Bow Down and Die (αργόσυρτο ριθμ εν μπλουζ), το Jihad Blues..


8.3

Those will burn: Cone of Light, Bow Down and Die,All my loving,The Great Defender

Kid Cudi - Man on the Moon: The End of Day

Kid Cudi

Man on the Moon: The End of Day

(Universal Motown, 2009)


Φανταστείτε ότι δεν έχετε ιδέα για έναν δίσκο και ακούτε την εξής περιγραφή: ‘Ο δίσκος είναι χωρισμένος σε πέντε πράξεις: Act I: The End of Day, Act II: Rise of the Night Terrors, Act III: Taking a Trip, Act IV: Stuck, Act V: A New Beginning. Ξεκινάει με τον καλλιτέχνη να μας καλωσορίζει: ‘You're in my dreams’, ξεκινώντας με αυτόν τον τρόπο ένα σκοτεινό ταξίδι βρίσκοντας βοήθεια στην πορεία από τους MGMT και τους Ratatat που συμμετέχουν σε δύο κομμάτια.’ Σωστά, δεν σας λένε τίποτα για το μουσικό περιεχόμενο, αλλά δεν έχετε σχηματίσει μία ιδέα; Ας πούμε το ‘ψυχεδελικό συγκρότημα με art/progressive rock αναφορές’ δεν θα σας ταίριαζε με την παραπάνω περιγραφή; Εντάξει, η παραπάνω περιγραφή είναι προβοκατόρικη, όχι όμως γιατί δεν είναι αληθής, αλλά γιατί είναι επιλεκτική. Εκτός από τους MGMT και τους Ratatat συμμετέχουν και ο Common και ο Kanye West (ο οποίος είναι και executive producer). Και ναι, τον δίσκο θα τον βρήτε κάτω από το ταμπελάκι που λέει hip-hop. Οπότε τι; Τα πράγματα έχουν αρχίσει προφανώς να μπερδεύονται. Σίγουρα δεν έχουμε να κάνουμε με ψυχεδελικό ροκ, αλλά ούτε με hip-hop έχουμε να κάνουμε. Απλά φτάσαμε να μιλάμε για αυτά τα δύο στον ίδιο δίσκο και σε πρώτο επίπεδο αυτό μου φαίνεται τουλάχιστον συναρπαστικό. Όταν οι υπάρχουσες ταμπέλες αδυνατούν να περιγράψουν έναν δίσκο, τότε συνήθως κάτι ενδιαφέρον συμβαίνει.
Αλλά δεν είμαι ακόμα σίγουρος για αυτόν τον δίσκο. Ουσιαστικά πρόκειται για μία συνέχεια αυτού που ξεκίνησε ο Kanye με το 808’s and heartbeats (στο οποίο άλλωστε ο Kid Cudi συμμετείχε στην παραγωγή). Ή μάλλον αυτό που ξεκίνησε με το Graduation: Η δομή είναι ακόμα hip-hop αλλά πλέον τα samples δεν προέρχονται από τη soul ή jazz κληρονομιά αλλά από τους Daft Punk, τους Can, τους Mountain, τον Elton John. Τα synthesizer κάνουν την εμφάνισή τους όπως και οι αναφορές στην techno και την ηλεκτρονική μουσική γενικότερα. Στο 808’s… εξαφανίζεται και η hip-hop δομή. Και σε αυτόν εδώ τον δίσκο τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται πιο συνολικά. Τώρα το αποτέλεσμα; Έχουμε ένα διαμαντάκι όπως το Solo Dolo. Έχουμε το καταπληκτικό single Day ‘n’ Night. Έχουμε σαφώς ένα συνολικό και δεμένο αποτέλεσμα. Για να είμαι ειλικρινής, ο δίσκος μου αρέσει πολύ, αλλά έχω και μερικές αμφιβολίες. Οπότε, συγκρατημένη αισιοδοξία: ‘Ο πρόεδρος έριξε λεφτά, κάναμε καλές μεταγραφές, περιμένουμε τώρα να δέσει η ομάδα…’ Γιατί και ο Σισέ παιχτάρα είναι, αλλά έλα που δεν παίζει…

8.0

Those will burn: Solo Dolo, Day ‘n’ Night, Heart of a Lion





Wednesday, October 7, 2009

Jay-Z - Bleuprint 3

Jay-z

Blueprint 3

( Roc Nation, 2009)


Το να χρησιμοποιείς τον ίδιο τίτλο για τρίτη φορά είναι λίγο υπερβολικό. Ειδικά όταν το νούμερο 1 θεωρείτε ως η καλύτερη δουλειά σου. Άντε, το 2 ήρθε αμέσως μετά το πρώτο και ήταν ουσιαστικά η συνέχειά του, αλλά τώρα, τόσα χρόνια μετά να τιτλοφορείς έναν δίσκο που δεν έχει καμία ουσιαστική σχέση με τους δύο πρώτους ως blueprint 3, sorry mr carter, αλλά όπως έλεγες κι εσύ παλιότερα για κάποιον άλλο, είναι λίγο lame. Όμως mr carter το ξέρουμε, μας το έχεις δηλώσει άλλωστε επανειλημμένα με τις ρίμες σου, είσαι πολύ καλός επιχειρηματίας. Οπότε από αυτή την άποψη ένα καινούργιο blueprint αποκτάει άλλο νόημα. Δημιουργεί την απαραίτητη αναμονή στον κόσμο, συζητιέται πολύ πριν βγει, και γενικά δημιουργεί τις καλύτερες συνθήκες για να πουλήσει τρελά. Τώρα το περιεχόμενο; Ε, όπως ήταν φυσικό συνηγορεί με όλα τα προηγούμενα. Απίστευτα καλοδουλεμένα singles, να σου καρφώνονται στο μυαλό με τη μία: Το D.O.A. (Death of Auto tune) ιδανικό για πρώτο single, κάνεις και καλά την βαρύγδουπη δήλωση, ενώ το υπέροχο sample εγγυάται για το αποτέλεσμα. Το Run this Town είναι φτιαγμένο για την κορυφή, σαρώνει τα charts, το Empire State of Mind το βρίσκω λίγο κατώτερο, αλλά θα την κάνει και αυτό την δουλειά του, και έτσι που πάει το πράγμα βλέπω το Reminder να επιστρατεύεται για τέταρτο single. Τώρα από ‘κει και πέρα έχουμε μέτριες στιγμές να συμπληρώνουν τον δίσκο, δύο ψιλοαπαράδεκτα κομμάτια (a star is born, forever young) ενώ οι καλύτερες στιγμές έρχονται από τα πιο χαμηλού προφίλ τραγούδια (Hate, Venus vs Mars). Μάλλον λίγο για τα δεδομένα σου mr carter… ιδίως μετά το υπέροχο American gangster του 2007. Άσε, ας μην πιάσουμε καλύτερα τις συγκρίσεις με το πρώτο Blueprint…

6.6

Those will burn: Run this Town, Hate, D.O.A.



Tuesday, October 6, 2009

Βand of skulls

ΦΑΚΤ 1: Οι white stripes δεν ήταν ποτέ αγαπημένο συγκρότημα και παρ΄όλο που παρουσίασαν κάποια καλά στοιχεία χάνονται μέσα στην ιδιαιτερότητα του white.
ΦΑΚΤ 2: Θυμάστε τους 22-20'ς που βγάλαν ένα (νομίζω) καταπληκτικό δίσκο κάπου στο '04 και μετά χαθήκαν???
ΦΑΚΤ 3: Αν οι B.R.M.C. ήταν λίγο φλώροι πως θα ακούγονταν???

Αν προσθέσεις τα 3 αυτά φακτς σε ένα έχεις τους Band of skulls....θυμίζουν λίγο απ' όλα στο πιο μεηνστρημ αλλά είναι αρκετά καλοί για να τους προσπεράσεις....στακάτες κιθάρες αμερικάνικα ριφσ (και είναι λονδρέζοι) μερικές φορές (ξέρω ξέρω μαλακία) αλα king's of leon ξεσπάσματα και μπασογραμμές αρκετά φλωροροκ...θεωρούνται αλτ ροκ...

Έχουν και μερικές αηδίες για τραγούδια (fires) αλλά οκ...μην περιμένουμε και 12 σούπερ κομμάτια.


Sunday, October 4, 2009

Devendra Banhart - Baby (Ep)


Το πρώτο δείγμα της νέας δουλειάς του αγαπημένου Devendra Banhart ακούει στο όνομα Baby το οποίο προλογίζει το νέο του δίσκο “What will we be” που κυκλοφορεί στις 27 Οκτωβρίου.

Στα τρία τραγούδια του Ep, τα οποία θα περιλαμβάνονται και στο άλμπουμ, o 28χρονος ακούγεται αρκετά πιο βατός και προσγειωμένος σε σχέση με τη στριφνή ψυχεδελική «ξέρω γω τι» φρικαρισμένη φολκ του “Smokey rolls..” του 2007, στο πνεύμα του “Cripple crow” και εμφανώς επηρεασμένος από το παρεάκι του Beck (από την παραγωγή μέχρι και τα φωνητικά!) τα κομμάτια του Baby κυλούν αβίαστα απολαυστικά και μου δίνουν την εντύπωση του πιο δυναμικού comeback του 2009.





Saturday, October 3, 2009

Kings of Convenience – Declaration of Dependance


Ότι ήμουν έτοιμος να γράψω για το υπέροχο νέο άλμπουμ των Kings of Convenience, αλλά πέτυχα στο transistor.gr μια εξίσου υπέροχη κριτική από τον Μάρκο Φράγκο (εδώ) και έτσι θα αρκεστώ στο να ποστάρω ένα επίσημο και ένα ανεπίσημο βίντεο από το νέο τους δίσκο.



Friday, October 2, 2009

Cocorosie - Coconuts, Plenty Of Junk Food

CocoRosie

Coconuts, Plenty Of Junk Food

(self release, 2009)


Τις δύο κυρίες τις έχω παρακολουθήσει απο κοντά 2-3 φορές και καθέ μια (εκτός από αυτήν στο gagarin) ήταν όλο το πράμα ένα μεγάλο πανηγύρι από ευτυχισμένους ανθρώπους. Καταφέρνουν με τα διάφορα οργανάκια, τους μπιτάτους ρυθμούς, τις ιδιαίτερες φωνές τους, τους ανθρώπους που τις περικλύουν, να προσδώσουν σε κάθε χαζορυθμό τέτοια ζωντάνια που αφήνεσαι ολοκληρωτικά στην ποπ τους.
Το Coconuts, Plenty Of Junk Food είναι ένα Ep το οποίο και μοιράζανε στην καλοκαιρινή τους περιοδεία. Απότελείται από 4 τραγούδια και έχει διάρκεια 16 λεπτά περίπου μέσα στα οποία παρουσιάζεται για μια ακόμα φορά το ενδιαφέρων των δύο αδερφών να αγαπήσουν και να παίξουν, να μπλέξουν πλέκοντας ρυθμούς, noisy φωνές, μάλλον παλιά ηλεκτρονικά παιχνίδια και την αμεσότητα των στίχων τους που ανακατεύουν το Θεό με τα φαρδιά παντελόνια και την φούρια της Bianca. Η αλήθεια είναι πως το 2007 και το The Adventures of Ghosthorse and Stillborn με είχε αφήσει μετέωρο...υπήρχε ξεκάθαρη η αγωνία τους για το επόμενο βήμα...η μαγική συνταγη του noah's ark είχε ελαφρώς αλοιωθεί..κι όμως το μικρό αυτό ep καταφέρνει να επαναφέρει την συνταγή του ark με την αγωνία του The Adventures of Ghosthorse and Stillborn συνδυάζοντας τα δύο στοιχεία σε ένα μείγμα απίστευτα μελωδικό και την ίδια ώρα δυναμικό. Ακούστε πως χτυπάει πλήκτρο το πλήκτρο το πιάνο σε ένα anton-ιακό τραγούδι στο Milkman και πως ξαναγεννιούνται ρυθμικά με τα Happy Eyez και Spirit Lake.

8.0

Those will burn: ....+4